Translate

Tuesday, January 16, 2007

Πάρε το άλλο μαχαίρι, κόβει καλύτερα...


- Άντε ρε Ντίνα! Ακόμα;
- Τώρα, τώρα, έρχομαι...αμάν και συ!
- Βάλτε ρε παιδιά παπούτσια. Και μπουφάν. Άντε!
- Σακούλα πήρες;
- Πήρα. Πάρε το άλλο μαχαίρι, κόβει καλύτερα.
- Αμάν ρε παιδιά! Παπούτσια είπαμε, τι κάνετε τώρα;
- Ξέρετε τι λέω; Η μέρα σήμερα είναι χαρά Θεού! Δεν παίρνουμε και το φαί μας μαζί να στρώσουμε κάτω από κανά πεύκο; Κλείνουμε και κανά βλέφαρο άμα τύχει.
- Η φασολάδα τρώγεται ζεστή, άμα την πάρουμε τώρα μαζί μας θα παγώσει.
- E, όταν είναι ώρα, ας κατέβει μια στιγμή ο Γιώργος να φέρει την κατσαρόλα!!!
Για το ότι αποφασίζουν για τον Γιώργο χωρίς τον Γιώργο έχει βάλει και ο Γιώργος το χεράκι του. Άνθρωπος που ποτέ δεν λέει όχι, δεν δύναται να ξαναμαναρωτηθεί. Ηθελέσ’τα και παθέσ’τα!

Η ίδια σχεδόν πάντα στιχομυθία επί σειρά 37 και βάλε ετών μεταξύ τόσο στενών συγγενών που ανέκαθεν είχα την αίσθηση πως μεγάλωσα με τρείς μαμάδες, τρεις μπαμπάδες, δέκα αδέλφια και ατέλειωτους θείους, θείες και ξαδέλφια. Τό’χει το σόι; τό’χει η ρίζα μας; Μπααα...η ρίζα μας τό’χει!

Έτσι, εν τω μέσω φωνών, αλαλαγμών, στρωσιδιών, σερβίτσιων, φρούτων, μπουκαλιών νερού, και ότι άλλων ξεκινά η εξόρμηση στην ύπαιθρο για χόρτα! Χόρτα Γεναριάτικα για πίτα χωριάτικη με φύλλο ανοιγμένο στο χέρι. Ζοχοί, λάπατα, καυκαλίθρες, τρυφερή διάφανη τσουκνίδα. Χόρτα για βραστή σαλάτα αλλά και κοκκινιστά στην κατσαρόλα. Λογιώ λογιώ ραδίκια, αγριομάρουλα, περδικοπατήματα, τρυφερές λαψάνες και αλιβάρβαρα.
Κυριακές και σχόλες για να είναι και οι άντρες μαζί. Άλλοι για το τιμόνι, άλλοι για την ψησταριά, άλλοι για την χαρά της εκδρομής.

Οι πρώτες εικόνες από μαυρόασπρες φωτό του’60 και από θολές παιδικές αναμνήσεις, παράταιρα κομμάτια ενός παζλ παιδικής ευτυχίας. Ο «Γιαπωνέζος» της οικογένειας, ερασιτέχνης φωτογράφος και μπαμπάς μου γρήγορα εξοπλίστηκε με το τελευταίο μοντέλο φωτογραφικής μηχανής και οι ατέλειωτες φωτό μας απέκτησαν χρώμα. Αρχικά το γιωταχί στις φωτό ήταν πράσινο βατραχί αγνώστου τύπου, μετά άλλαξε σε κόκκινο ford taurus, ήρθε και ένα seat λευκό, απέθαντο. Έσβησε για πάντα η μηχανή του στα τέλη του ’90. Ήρθε και μια «Μαρίνα», αγγλικό μοντέλο που ποτέ δεν μάθαμε την μάρκα της. Για μας ήταν η «Μαρίνα». Τέλος. Γιατί «Μαρίνα», μόνο ο Γιώργος ξέρει!
Μαλλιά φουσκωτά από τον αέρα, άλλα προσεκτικά σκεπασμένα με μεταξωτά μαντήλια, χοντρά ‘70ς παλτά (δεν την έχω συγχωρήσει την μάνα μου που χάρισε στα κρυφά το γρασιδί βιντάζ παλτό της. Τόσο αδύνατη ήταν τότε!), χοντροτάκουνα παπούτσια με τετράγωνη κοντή μύτη και τεράστια αγκράφα.
Ωραίες, νέες και περιποιημένες, μαζί και η ψηλή σαν κυπαρίσσι μαυροφορεμένη μας γιαγιά με την μαύρη μαντήλα μέσα στα λιβάδια, στις πλαγιές και στα ρεματάκια με μια σακούλα χόρτα στο ένα χέρι και ένα μαχαίρι στο άλλο.

Φωτό σε κάθε στιγμή ιστορικής σημασίας. Την στιγμή της ανεύρεσης ενός μέρους γεμάτου τεράστια και τρυφερά ραδίκια, την στιγμή που ο συγχωρεμένος μερακλής Βασίλης ψήνει μεζεκλίκια στην ψησταριά δίπλα στο βατραχί αμάξι για να κόβει τον αέρα. Την στιγμή που ο Γιώργος απολαμβάνει την ηρεμία της εξοχής στην αμερικάνικη κοντή σεζλόγκ, την στιγμή που ο ερασιτέχνης φωτογράφος απαθανατίζει κάθε παιχνίδι της πιτσιρικαρίας. Από το να ανακαλύπτουν λακούβες με λάσπες για να βουτήξουν τα παπούτσια τους μέχρι να χάνονται στα γύρω χωράφια και λοφάκια εξερευνώντας την τότε έρημη Βάρη. Και το γλυκό σούρουπο της επιστροφής έντονη εικόνα στα μάτια της μνήμης μας.

Οι δεκαετίες περνούν, κάποιοι φεύγουν αλλά είναι πάντα εδώ, κάποιοι άλλοι έρχονται. Τα τοπία αλλάζουν, οι μηχανές επίσης. Είναι πια μικρές και εύχρηστες, μπορείς να τηλεφωνήσεις κιόλας. Ο «φωτογράφος» κληροδοτώντας την ευθύνη και ευχαρίστηση της απαθανάτισης της ιστορικής οικογενειακής στιγμής στα μικρά και καθημερινά σε νεώτερο μέλος της οικογένειας, κράτησε για τον εαυτό του μια θέση σε κάθε φωτό. Είναι πάντα εκεί, σχεδόν φαίνεται.

Η εξοχή άλλαξε, τα παλτά γίνονται μπουφανάκια, τα χοντροτάκουνα μεταλλάσσονται σε αθλητικά μαλακά και άνετα για κάθε πορεία και εν δυνάμει αναρρίχηση. Τα χωράφια μπορεί να γίνουν και βουνά. Τα πρότερα νέα και ωραία πρόσωπα είναι πια γλυκά και γερασμένα, τα χέρια ζαρωμένα, κάποια από αυτά μοιραίως μαυροφορεμένα, φορούν γυαλιά για να ξεχωρίζουν τα χόρτα και τα πιτσιρίκια παίζουν τα ίδια ακριβώς παιχνίδια. Οι φωτό τους απεικονίζουν με την ίδια ακριβώς κλίση του σώματος, πιότερο χαμογελώντας αντί ξεκαρδιστικά γελώντας και την πάντα γεμάτη σακούλα με χόρτα στο ένα χέρι και το μαχαίρι στο άλλο.

Κυριακές και σχόλες πάντα αλλά μόνο με τον Γιώργο από την παλαιά αντροπαρέα, να κρατά το τιμόνι, να κανονίζει τα του πικνίκ, και να κρίνει αν η πίτα έγινε καλή ή πήρε από κάτω.

5 comments:

Aspa said...

Καλέ!!! Μήπως ήμουν κι εγώ μαζί σας?
Πόσα μου θύμισες Μαιρούλα μου!

peftasteri said...

καλέ ξεχνιούνται αυτά;

Anonymous said...

Όλα τα αστικά παιδάκια, απόγονοι αγροτικών οικογενειών, έχουμε τέτοιες αναμνήσεις.
πως το είπε ο μαχαιρίτσας? Α ναι : Η ταξική προέλευση κρατάει για αιώνες. Και φαίνεται και στις αναμνήσεις.

Φιλάκι!

Bad Wolf said...

Κι ενώ εκείνες τις εποχές κάποιοι πειραματίζονταν με τη φωτογραφία,και κατάφεραν τελικά να κρατήσουν το άρωμα μιας εποχής,εμείς σήμερα με τα blog πειραματιζόμαστε με ένα καινούργιο μέσο χωρίς να ξέρουμε πώς ακριβώς θα το δουν στο μέλλον τα παιδιά μας...

Οι παλιότερες γενιές είχαν μόνο τον προφορικό λόγο,εμείς έχουμε τη φωτογραφία,τα παιδιά μας θα έχουν τα πολυμέσα.Διαδορετικού είδους πληροφορίες θα έχουν για μας οι μελλοντικές γενιές,πιο ολοκληρωμένες,οι οποίες ίσως θα απομυθοποιούν πρόσωπα εξαιτίας του συγκεκριμένου.

Φιλοσοφικοί συνειρμοί από έναν λύκο που βγάζει ρίζες στη σπηλιά του μελετώντας!

dimitris-r said...

"Χέρι, μαχαίρι και κοιλιά περίδρομο".
Έτσι δεν το λέει;
Ξαραθυμάτε στα εξοχάς κυρία μου. Πάντα τέτοια!