Translate

Friday, December 22, 2006

Κεσκέκι με κοσάρα


Η γαλοπούλα, τα μελομακάρονα, οι κουραμπιέδες και τόσα άλλα εδέσματα σύγχρονα ήταν άγνωστα στον Πόντο. Αλλά και αρνί, αγελάδα, πρόβατο τα αγόραζαν, δεν είχαν για να σφάξουν. Μόνο κότες (κοσάρες) είχαν, και κότες έσφαζαν. Για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι έκαναν σαρμάδες, ψωμί καλαμποκένιο, τυροκλωστή, μουχτερό (γουρούνι) παστωμένο με γουλία (παραπούλες) και μπόλικο ρακί.
Στρώνανε το γιορτινό τραπέζι κι έπαιρνε καθένας την θέση του. Έπαιρνε ο νοικοκύρης ένα ποτήρι ρακί κι έκανε προσευχή:

« εις το όνομα του Πατρός και του Υιού κι του Αγίου Πνεύματος» και εύχονταν σ’ όλη την οικογένεια «Καλοχρονία, υειάς κι ‘ ευλογίας, και του χρόνου»

Μετά το φαγητό άρχιζε το γλέντι με χορό και κεμεντζέ, και στο τσακίρ κέφι, αρχίζαν οι πιστολιές (μπαλωθιές κατά τους κρητικούς) από όλες τις γειτονιές και γινόταν «Ανάστα ο Κύριος»!

Oρίστε το πιο απλό και ταυτόχρονα γιορτινό χριστουγεννιάτικο φαγάκι..


Κεσκέκι με κοσάρα

- μια μεγάλη κότα αλανιάρα (2 κιλά περίπου)
- 2 φλιτζάνια αποφλοιωμένο σιτάρι ή κορκότο
- 5-6 γεμάτες κουταλιές σούπας φρέσκο αγελαδινό βουτυράκι
- αλατοπίπερο.

Καθαρίσουμε και αλατοπιπερώνουμε την αλανιάρα. Γεμίζουμε τον σορβά της (κοιλιά) με σιταράκι. Την βάζουμε σε νερό με ένα κρεμμύδι στο οποίο έχουμε καρφώσει 2 καρφάκια γαρύφαλλο και το υπόλοιπο σιταράκι γύρω της και συμπληρώνουμε τόσο νερό όσο να την σκεπάσει. Βράζουμε σε σιγανή φωτιά για 4-5 ώρες.

Στo στάδιο όπου η κότα έχει διαλυθεί, αφαιρούμε τα κόκαλα και τα γαρύφαλλα. Καίμε το βούτυρο (αγελαδινό πάντα) και το ρίχνουμε στο μείγμα.
Ανακατεύουμε συνέχεια με ξύλινη κουτάλα μέχρι το φαγητό μας να χυλώσει τόσο που με το σήκωμα της κουτάλας να τραβιέται σαν κλωστή.

Βγάζουμε το κεσκέκι και το σερβίρουμε στην υπέροχη γιορτινή και βαθειά πιατέλα

Το κεσκέκι φτιάχνεται με κάθε πτηνό με ευκολόβραστη σάρκα, το δε ιδανικό πλην της κότας είναι το περιστέρι!..

Το αποφλοιωμένο στάρι το λέμε καντουμά, στη θέση του μπορεί να μπει κορκότο, αποφλοιωμένο, πλυμένο και χοντραλεσμένο στάρι (αλλά όχι πλιγούρι)

Το κεσκέκι φτιαχνόταν εκτός από τα Χριστούγεννα και στο γαμήλιο γλέντι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Αφιερωμένο εξαιρετικά στον Αθήναιο, αντίδωρο και προκαταβολή για το μελλούμενο «σεμινάριο»

Και σ’ όλους ,αγαπημένους και μη, φίλους και εχθρούς,

«Καλοχρονία, υείας κι ‘ ευλογίας, και του χρόνου»

Wednesday, December 20, 2006

‘ποψ’ άγεννεθε κι αύρεν εστάθεν


Έλεγε η μάνα μου, «δεν θα γίνεις μάνα και συ; τότε θα καταλάβεις»
Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ ακόμη να καταλάβω πως γινόταν να βγαίνουμε το πρωί για παιχνίδι κάτω στις αλάνες και στους γύρω δρόμους, να γυρνάμε αργά το μεσημέρι και να μην υπάρχει στο πρόσωπο της ίχνος ανησυχίας. Εκτός πια και μας παρακολουθούσε χωρίς να την υποπτευόμαστε.
Πως γινόταν να βγαίνουμε για τα κάλαντα στις γύρω γειτονιές και να μην τρέμει το φυλοκάρδι της. Κι αν έτρεμε δεν μας τό’δειχνε. Μόνο «πρόσεχε» μας έλεγε και μας σταύρωνε. Είπαμε, άλλες εποχές..
Μάνα πια και γω, τώρα καταλαβαίνω και φοβάμαι πιότερα. Πόσο θά’θελα να ξεπροβόδιζα και τα δικά μου παιδιά να πουν τα κάλαντα, να τα χαρούν, να δουν πέρα από τα δώρα συνώνυμο πια των Χριστουγέννων. Να ζήσουν έθιμα αιώνων. Άγρια η πόλη που εκτός από τον κάθε ένα κίνδυνο που παραμονεύει στην γωνία, έρχονται και οι κλειστές πόρτες των γειτόνων. ‘Αλλους κυριεύει φόβος, άλλους τσιγκουνιά, τσιγκουνιά πνευματική. Τούτη την ατμόσφαιρα μια παρέα καλαντιστών την σπάει και την φέρνει στα σωστά της. Μια παρέα μεσήλικων Ποντίων γλετζέδων που γυρνά όλους τους δρόμους της μικρής μας πόλης, αργά το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και σταματά σε κάθε σπίτι Ποντίων. Όλες οι παλιές οικογένειες άλλωστε, γνωστές μεταξύ τους είναι. Όπως τα χρόνια τα παλιά. Μα δεν υπάρχει και σπίτι στις γειτονιές μας, ποντιακό ή μη που να μην ανοίξει πόρτα, να βγουν οι νοικοκύρηδες να καλαντίσουν μαζί. Εξάλλου οι στεντόριες περιπαιχτικές φωνές τους συνοδεία λύρας (κεμεντζέ) και τουλούμ’ ζουρνά (αγγείο) ακούγονται από εκατοντάδες μέτρα μακριά. Και δεν σταματά εκεί τούτη η χαρά, όχι. Σταματά αφού πουν όλα μα όλα τα κάλαντα.
Τα παλιά τα χρόνια, στον Πόντο, οι καλαντιστές (θυμιστάντ’) ότι χρήματα μάζευαν, τα έδιναν στην εκκλησιαστική επιτροπή που προορίζονταν για το σχολείο και τα δίδακτρα των φτωχών και ορφανών παιδιών. Οι σημερινοί δικοί μας θυμιστάντ’ δεν παίρνουν δεκάρα. Καλαντίζουν μόνο για το έθιμο, για την χαρά της γέννησης του Χριστού, για την συνέχιση του εθίμου αφού έτσι όπως πάν τα πράγματα στο τέλος θα ακούμε τα κάλαντα μόνο από πλατινιένο σιντί με ήχους τέκνο και την φωνή λαμπρού τραγουδιστή πίστας.

Κατά τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες η γέννηση του Χριστού εορταζόταν μαζί με τα Θεοφάνεια, εξού και το "Χριστούγεννα πρωτούγεννα
πρώτη γιορτή του χρόνου"

Τον Δ' αιώνα η εορτή χωρίστηκε και οι Πατέρες της Εκκλησίας λαμβάνοντας υπόψιν διάφορα ιστορικά γεγονότα σε σύγκριση με τα κείμενα των Ευαγγελίων καθόρισαν την 25η Δεκεμβρίου σαν ημέρα Γέννησης του Ιησού Χριστού.

Από κείνον περίπου τον καιρό και πριν το γνωστό μας «Καλήν εσπέραν άρχοντες» οι θυμιστάντ’ έψελναν τα παρακάτω παμπάλαια κάλαντα.

Ποψιζ’νή βραδί’, καλό βραδάκι,
‘ποψ’ άγεννεθε κι αύρεν εστάθεν
Τον εγέννησεν η Αϊ Παρθένος
Τον ανέστησεν η Αϊ Μαρία.
Τον επίασαν οι σκυλ’Εβραίοι,
σκυλ’Εβραίοι και μυρ’ Εβραίοι
Τον εκρέμασαν σην Καλαμιώνα,
Καλαμιώνα και σ’αίθρα τόπον
Αμ’αφέντα και μη κοιμάσαι
Κι αν κοιμάσαι, στα ξύπνα σ’ ‘κ’ είσαι.
Ξύπνα σ’ ‘κ’ είσαι σαν το γεράκι
Και ακόνησαν σαν το παιδάκι,
άψον το κερί κ’ έλα σην πόρτα,
έξω στέκουν τα παλληκάρα,
και θυμίζ’νε την αφεντιά σου
θέλουν μήλα και πορτοκάλια

Ομολογώ πως το σκυλ’Εβραίοι ακούγεται ρατσιστικό και ίσως είναι, αλλά είπαμε, άλλοι καιροί προληπτικοί και δυσειδαιμονικοί.

Αργότερα επικράτησαν τα γνωστά Ποντιακά κάλαντα,

Χριστός γεννέθεν, χαρά σον κόσμον
Χα καλή ώρα, καλή σ’ημέρα
Χα καλόν παιδί οψέ γεννέθεν
Τον εγέννησεν η Παναγία
Τον ενέστεσεν Αϊα-Παρθένος
Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάρι
Κι εκατέβεν σο σταυροδρόμι
Έρπαξαν Ατόν οι σιήλ Εβραίοι
σιήλ Εβραίοι και μύρι Εβραίοι
Α σ’ακροντικά κι α’σην καρδίαν
αίμαν έσταξεν, χολή κι εφάνθεν.
Ούμπαν έσταξεν και μύρος έτον,
Μύρον έτον και μυρωδιά.
Εμυρσίστεν ατό ο κόσμος όλον,
Για μυρίστ’ ατό κι εσύ αφέντα
Έρθαν τη Χριστού τα παλικάρια
Και θημίζνε τον νοικοκύρην,
νοικοκύριν και βασιλέα

και στο τέλος απεύθυναν τις ευχές,
«Ο Θεός να πολυχρόνια τον νοικοκύρ του σπιτί»
«Αμήν!»
«Την νοικοκυρά»
«Αμήν!»
«τον πάππο»
«Αμήν!»
«την καλομάνα»
«Αμήν!»
τ’ αγούρια και τα κορίτσια»
«Αμήν!»

Και τραγουδούσαν,

«Θεία θεία άψον το κερί κι έλα σην πόρτα. Έξω στέκουν τα παλικάρια και θημζουν την αφεντιά σας. Υείας κι ευλογίας και του χρόνου»

Τότε η νοικοκυρά άνοιγε την πόρτα με το αναμμένο κερί στο χέρι και τους υποδεχόταν όλο χαρά.

Οι μεγάλοι όμως κατά ομάδες και με συνοδεία κεμεντζέ έψελναν το Καλήν εσπέραν Άρχοντες, αλλά με άλλον ρυθμό που δυστυχώς δεν μπορώ να αποδώσω από τούτο εδώ τον χώρο. Φανταστείτε μια καθαρά ποντιακή μελωδία και προφορά. Τούτα τα κάλαντα έψελναν οι παπούδες και γιαγιάδες μου και ακόμη ψέλνουν η μητέρα μου με την αδελφή της. Τα τέκνα απολαμβάνουμε καθότι τα γράμματα εύκολα, η προφορά όμως.....

Καλήν εσπέραν άρχοντες
κι ας είναι ορισμός σας
Χριστού την θείαν γέννησιν
να πω στο αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον
εν Βηθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται
χαίρει η φύσις όλη .
Εν το σπηλαίω τίκτεται
εν φάτνη των αλόγων
Ο Βασιλεύς των ουρανών
και ποιητής των όλων.
Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι
το «Δόξα εν υψίστης»
και τούτο άξιον εστί,
η των ποιμένων πίστης.
Εκ της Περσίας έρχονται
τρεις μάγοι με τα δώρα
άστρο λαμπρό τους οδηγεί
δίχως να λείψει ώρα,
φθάσαντες εις Ιερουσαλήμ
με πόθον ερωτώσι
που εγεννήθη ο Χριστός
να παν’ να τον εβρώσι.
Δια Χριστόν ως ήκουσεν
ο Βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως ταράχθηκε
κι έγινε θηριώδης.
Ότι πολύ φοβήθηκε
δια την Βασιλείαν
μην του την πάρει ο Χριστός
και χάσει την αξίαν.
Κράζει τους μαγους και ρωτά
που ο Χριστός γεννέθεν.
-εις Βηθλεέμ ηξεύρουμε
πως η γραφή διηγάται.
Τους είπε να υπάγωσι
και όπου τον εβρώσι.
να τον προσκυνήσωσι,
να παν να τον ειπώσι,
όπως υπάγει και αυτός
για να τον προσκυνήσει,
με δόλον ο μισόθεος
για να τον αφανίσει.
Τρέχουν οι μάγοι, τρέχουσι
και τον αστέρα βλέπουν
πως θεϊκός κατέβαινε
και με χαρά προστρέχουν.
Στη Βηθλεέμ επρόφθασαν
βρίσκουν την Θεοτόκο
κ’εκράτα στας αγκάλας της
τον Άγιο της τον τόκο.

Γονατιστοί, την χαιρετούν
και δώρα την χαρίζουν
σμύρνα, χρυσόν και λίβανον.
Θεόν τον ευφημίζουν
Την σμύρναν μεν ως άνθρωπο,
χρυσόν ως Βασιλέα.
Αφού τον προσκυνήσανε
κι ευθύς πάλι γυρίσουν
και τον Ηρώδη μελετούν
να πάνε να τον έβρουν.
Πλην άγγελος εξ ουρανού
Βγαίνει τους εμποδίζει ,
άλλη οδό να πορεύουν,
αυτός τους διορίζει.
Και πάλι άλλος άγγελος
τον Ιωσήφ προστάζει
εις Αίγυπτο να πορευθούν,
εκεί να ησυχάζει.
Να πάρει και την Μαριάμ
ομού με τον υιό της
γιατ’ ο Ηρώδης του ζητεί
τον τόκο τον δικό της.
Μη βλέποντας ο Βασιλέας
τους μάγους να γυρίζουν
στη Βηθλεέμ διέταξε
παιδιά να μην αφήσουν.
Όσα παιδιά ν’έβρωσι
δύο χρονώ και κάτω
όλα να τα περάσωσι
ευθύς απ’τα σπαθιά των
Χιλιάδες δεκατέσσερα
σφάζουνε μίαν μέρα
κλαυθμό, θρήνο κι οδυρμό
είχε κάθε μητέρα,
και επληρώθη το ρηθέν
Προφητού Ησαίου,
μετά των άλλων προφητών
και του Ιερεμίου.

Ιδού και που σας είπομεν
όλην την υμνωδία
του Ιησού μας του Χριστού
γέννησιν την Αγίαν.
Και σας καληνυχτίζουμε,
πέσατε κοιμηθείτε
ολίγον ύπνο πάρετε
κ’ευθύς να σηκωθείτε
εβάλλετε τα ρούχα σας
έμορφα ντυθείτε
στην εκκλησία τρέξατε
με προθυμία μπείτε
ν’ ακούσειτε μ’ευλάβγεια
την θείαν λειτουργίαν
κι ευθύς άμα γυρίζετε
εις το αρχοντικό σας
ευθύς τραπέζι στρώσατε,
βάλτε το φαγητό σας.
και το σταυρό σας κάνετε,
γευθείτε, ευφρανθείτε
δώστε και κανενός φτωχού
όπου τα υστερείται
Και ο Χριστός μας πάντοτε
να είναι βοηθός σας
χρόνους πολλούς να ζήσετε
να είστ’ ευτυχισμένοι

Και στη συνέχεια,
«Άρχοντας, πολλάρχοντας, ο Θεός να πολυχρονίζ’ τον οικοκύριν του σπιτί’. Αμήν. Και την οικοδέσποινα...αμήν. Και τα τέκνα της...αμήν»

«Καλαμιώρα, Καλαμιώρα μ’
άψον το κερί σ’
κι έλα σην πόρτα σ’
εξ’ που στέκουν τα παλληκάρα
και θυμίζουν την αφεντιά σας
Ανά-αφέντα μ’ και μη κοιμάσαι
κι αν κοιμάσαι
στα ξύπνια σ’ εβρισκάσαι
Υιός και χαράς,
και τα παιδία
θέλουν μήλα και λεφτοκάρα»

Και εις έτη πολλά.....

Tuesday, December 19, 2006

Μικρα θαυματα της καθημερινοτητας μας


Χθες έχασα το πορτοφολάκι μου. Το λαβότ. Μου έπεσε μέσα στο ταξί πηγαίνοντας στην γιατρό με τον μικρό.
Είχα αφήσει μέσα 60 ευρώπουλα, δεν χρειαζόμουν παραπάνω. Ένοιωσα τόσο ηλίθια που μου έπεσε από τα χέρια χωρίς να το καταλάβω που νόμιζα ότι θα εκραγώ από την βλακεία μου.
Και καλά, η γιατρός δικός μας άνθρωπος, που όχι μόνο δεν την πλήρωσα αλλά με το ζόρι μου έδωσε και 10 ευρώ για να γυρίσω πίσω! Διότι πως θα ολοκληρωνόταν η απίστευτη εκείνη ημέρα αν δεν έμενε το κινητό από μπαταρία; Έχασα και το πορτοφολάκι, ορίστε, τρίτωσε που λένε οι προληπτικοί το κακό...
Επέστρεψα παρηγορώντας με πως τουλάχιστον δεν είχα αφήσει και τα άλλα χρήματα μέσα (ως συνήθως).
Κατά τις 12 το βράδυ, χτυπά το κινητό μου που φορτιζόταν επιτέλους. Νούμερο άγνωστο.

- Παρακαλώ
- Χαίρεται.
- Χαίρεται, ποιος είναι;
- Χάσατε κάτι;
-Το πορτοφόλι μου, απάντησα σαστισμένη. Ένα κόκκινο πορτοφολάκι. Είστε ο ταξιτζής;
- Ναι
- Είμαι η κυρία με το παιδάκι που κατέβηκα στο πλαζα
- Που μενετε; θα είμαι εκεί σε 3 λεπτά

Χρειάστηκα κανα 2λεπτό να κλείσω το ορθάνοιχτο στόμα μου, και έστειλα το στεφάνι μου να με παρακολουθεί από την τζαμαρία γιατί, ξέρω γω; Πολλά γίνονται..
Βγαίνω με την ομπρέλλα μέσα στην βροχή, και πάω προς το ταξί. Μόλις τον είδα τον ξαναθυμήθηκα. Μου είχε κάνει εντύπωση η φυσιογνωμία του. Φάτσα 'ζαράκια'! Ιδού πως τα φαινόμενα απατούν.
Μου δίνει το πορτοφόλι.

- Πως με βρήκατε; Δεν έχω μέσα κάτι συγκεκριμένο.
- Είμαι ντετέκτιβ, μου απαντά με χαμόγελο Τζοκόντας και συνεχίζει..
- Έχετε μέσα μια απόδειξη από καθαριστήριο όπου φαίνονται μόνο τα τρία πρώτα γράμματα ενός ονόματος
Και από ένα καρτελάκι με διάφορα ονόματα και τηλέφωνα το ταίριαξα και σας βρήκα (ένα καρτελάκι με τα ονόματα και τηλέφωνα των συναδέλφων που έχω για παν ενδεχόμενο)

Απίστευτο!
Αυτός ο άνθρωπος, βρήκε ένα πορτοφόλι ή ακόμη πιο απίστευτο (άν υπάρχει τέτοιος όρος) ένας επιβάτης που του το παρέδωσε και έκανε τόσο ψάξιμο για ένα πορτοφολάκι που είχε μέσα 60 ευρώ. Και όχι μόνο με βρήκε αλλά μου το έφερε και στην πόρτα μου!

Τελικά η μέρα μου τελείωσε αναπάντεχα όμορφα και σίγουρα αισιόδοξα για το ανθρώπινο είδος.

Είθε να αναγνωρίζουμε τα μικρά θαύματα της καθημερινότητας μας!

Friday, December 15, 2006

Μελένια Χριστούγεννα

Κι αφού οι δρόμοι, τα μπαλκόνια, οι γλάστρες και οι ταράτσες στολίστηκαν με πολύχρωμα λαμπιόνια σε πείσμα των ξέχυλων σκουπιδοντενεκέδων και βρωμερών πεζοδρομίων, κι αφού η τιμή της γαλοπούλας συναγωνίζεται τον δείκτη nikkei, τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες φιγουράρουν στις βιτρίνες ζαχαροπλαστείων, φούρνων, Σ/Μ, ίσως και περιπτέρων (κάπου έπεσε το μάτι μου!), αφού έδωσα σκληρή μάχη με το μικρό χελωνονιτζάκι μου να μην κάνουμε την βεράντα μας τσίρκο Μεντράνο, συμβιβάστηκα με μια μικρή κούκλα Άη Βασίλη (Άγιε μου συχώρα την ανέδεια μας) σε φωτεινή σκάλα, πήρα τον 13ο μισθό μου αγκαλιά με την άδεια μου και με είδαν επιτέλους τα παιδιά μου και το σπίτι μου!
Έστρωσα στο τέλος τέλος τα χαλάκια μου (μπας και μείνουν καθαρά μέχρι τα Χριστούγεννα), στολίσαμε το artistic χριστουγεννιάτικο δέντρο μας, και είπαμε να μην ντεμπελιάσουμε, αλλά να προσπαθήσουμε να χαρούμε τις γιορτές με όλο μας το είναι, δηλαδή απλά κι ανθρώπινα.
Χριστούγεννα λοιπόν χωρίς μελομακάρονα δεν γίνονται, αλλά όχι με αγοραστά σε τρέντι συσκευασία, έτσι για το έθιμο. Αλλά μελομακάρονα σπιτικά και μυρωδάτα. Μελομακάρονα παραδοσιακά αναντάμ παπαντάμ. Γιατί άμα δεν μυρίσει το σπιτικό σου κανέλα και γαρύφαλλο, δεν κουραστείς και ιδρώσεις για να προσφέρεις στους αγαπημένους σου αυτό που έφτιαξες με αγάπη (κι ας σου άρπαξε λίγο στον πάτο) πως θα δεις την γιαγιά σου ολοζώντανη με την μαύρη μαντήλα να πλάθετε την ζύμη και να κάνετε "σουτζούκια". Τι αναμνήσεις θα έχουν τα δικά σου παιδιά από τα παιδικά τους Χριστούγεννα; Το πρώτο τους playstation3 που πήραν για Χριστουγεννιάτικο δώρο στα εφτά τους χρόνια; Καλό κι αυτό αλλά συγκρίνεται με την γεύση και το άρωμα της γιορτής;

Η συνταγή που παραθέτω είναι για τα περίφημα Σμυρνέϊκα ισλί. Τα γεμιστά μελομακάρονα με καρύδι και μπαχαρικά. έστω και με αναπροσαρμογή. Και για την αισθητική παραθέτω το χειρόγραφο, κιτρινιασμένο και λερωμένο. Αληθινό δηλαδή!

Ισλί μελομακάρονα



Ας μελώσουμε τα Χριστούγεννα με μελομακάρονα και στην συνέχεια ας τα χιονίσουμε με κουραμπιέδες!

Thursday, December 14, 2006

Μια φορα και ενα.... μπαζαρ!


Επίλογος ενός θαύματος:

"Στην έσχατη κρίση δεν θα ρωτηθώ πόσες θρησκευτικές διαλέξεις παρακολούθησα, πόσες μετάνοιες έκανα κατά την διάρκεια των προσευχών μου, πόσο αυστηρά νήστεψα.
Μα θα ρωτηθώ: Έδωσα τροφή στους πεινασμένους, ρούχα στους γυμνούς, φρόντισα τους άρρωστους, επισκέφτηκα τους φυλακισμένους; Αυτά είναι όλα που θα ρωτηθώ. Ο δρόμος για τον Θεό βρίσκεται μέσα από την αγάπη για τους άλλους ανθρώπους και δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος"